Πονάω. Δεν υπάρχει τρόπος και λόγος.
Αφήνω μόνο λίγο φως να διαπεράσει από τη χαραμάδα της μπαλκονόπορτας. Το ρολόι απέναντί μου συνεχίζει να κάνει τον ίδιο θόρυβο. Το τηλέφωνο χτυπάει. Άστο να χτυπάει... Τικ Τακ... το ρολόι. Ε και; Παραμένει εδώ το ίδιο συναίσθημα. Το μόνο που άλλαξε είναι η νύχτα που κρεμάστηκε στον ουρανό. Έξω όλα ίδια.
Εδώ όμως, μέσα απο αυτά τα γράμματα, στις λέξεις που σχηματίζονται και που φωνάζει η σκέψη, είμαι εγώ. Το κορίτσι που κλαίει και φοβάται. Που σκορπάει ασύστολα αγάπη, αδιάθλαστη στις καρδιές των ανθρώπων. Που αρνήθηκα με αδιαλλαξία τις ιδέες μου και τα θέλω μου... Τι θέλει η ζωή απο μένα και με κουράζει τόσο; Ποιά μοναξιά με κρατάει από τον αγκώνα να μην φύγω; Μύρισε ο αέρας σκόνη. Φύσηξε πάλι μέσα μου και ξεσήκωσε θύελα. Με κρατώ να μην πέσω. Ανέβηκε ο κόμπος στο λαιμό και το βάρος στα στήθια με κάνουν να κλαίω. Δεν μπορώ να αναπνεύσω.... Σε παρακαλώ ψυχή μου μην κλαίς...Κρυώνω. Στέγνωσαν τα δάκρυα μου πριν προλάβω να τα σκουπίσω. Φοράω τη μάσκα μου και χαμογελώ....
Αφήνω μόνο λίγο φως να διαπεράσει από τη χαραμάδα της μπαλκονόπορτας. Το ρολόι απέναντί μου συνεχίζει να κάνει τον ίδιο θόρυβο. Το τηλέφωνο χτυπάει. Άστο να χτυπάει... Τικ Τακ... το ρολόι. Ε και; Παραμένει εδώ το ίδιο συναίσθημα. Το μόνο που άλλαξε είναι η νύχτα που κρεμάστηκε στον ουρανό. Έξω όλα ίδια.
Εδώ όμως, μέσα απο αυτά τα γράμματα, στις λέξεις που σχηματίζονται και που φωνάζει η σκέψη, είμαι εγώ. Το κορίτσι που κλαίει και φοβάται. Που σκορπάει ασύστολα αγάπη, αδιάθλαστη στις καρδιές των ανθρώπων. Που αρνήθηκα με αδιαλλαξία τις ιδέες μου και τα θέλω μου... Τι θέλει η ζωή απο μένα και με κουράζει τόσο; Ποιά μοναξιά με κρατάει από τον αγκώνα να μην φύγω; Μύρισε ο αέρας σκόνη. Φύσηξε πάλι μέσα μου και ξεσήκωσε θύελα. Με κρατώ να μην πέσω. Ανέβηκε ο κόμπος στο λαιμό και το βάρος στα στήθια με κάνουν να κλαίω. Δεν μπορώ να αναπνεύσω.... Σε παρακαλώ ψυχή μου μην κλαίς...Κρυώνω. Στέγνωσαν τα δάκρυα μου πριν προλάβω να τα σκουπίσω. Φοράω τη μάσκα μου και χαμογελώ....
[photo found in deviantart]